Η υπερχρέωση του πλανήτη, η ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση και μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων, στην εποχή της αλλαγής παραδείγματος που βιώνουμε, θα έχουν πολύ σοβαρές συνέπειες – καθιστώντας ανεπαρκή τα πολιτικά συστήματα που υπάρχουν.
.
Επικαιρότητα
Οι πετρελαϊκές κρίσεις του 1973 και του 1979 προκάλεσαν παγκοσμίως το φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού – ενός συνδυασμού του πληθωρισμού με τη στασιμότητα της οικονομικής ανάπτυξης. Έως εκείνη την εποχή πίστευε κανείς πως υπήρχε μία σταθερά αρνητική σχέση μεταξύ της ανεργίας και των μισθολογικών αυξήσεων – όπου, όταν η οικονομία αναπτύσσεται, τότε οι εργαζόμενοι μπορούν να επιβάλλουν υψηλότερους μισθούς, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι τιμές των προϊόντων (ανοδικό σπιράλ μισθών-τιμών).
Ο στασιμοπληθωρισμός όμως είχε ως αποτέλεσμα την άνοδο του πληθωρισμού, χωρίς την αντίστοιχη της οικονομίας – οπότε οι οπαδοί του μονεταρισμού και των ανεξέλεγκτων αγορών, της «Laissez-Faire» γενικότερα, όπως ο M. Friedman και η Σχολή του Σικάγο, χρησιμοποίησαν το φαινόμενο για να προωθήσουν ξανά την ιδεολογία τους – ισχυριζόμενοι πως η πολιτική του Keynes απέτυχε επειδή προκαλούσε πληθωρισμό, χωρίς αύξηση των θέσεων απασχόλησης.
Εν τούτοις, η αιτία του φαινομένου δεν ήταν η πολιτική της αύξησης των δημοσίων δαπανών του Keynes – αλλά η διαφωνία μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, σχετικά με το ποιός θα επιβαρυνόταν με το επί πλέον κόστος της αύξησης των τιμών του πετρελαίου.
Οι εργαζόμενοι υπερίσχυσαν απαιτώντας υψηλότερους μισθούς – οπότε άρχισαν να αυξάνονται οι τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών σε όλες τις χώρες, προκαλώντας μεγάλες πληθωριστικές πιέσεις. Το σπιράλ μισθών-τιμών σε συνθήκες οικονομικής στασιμότητας ανάγκασε τελικά πολλές κυβερνήσεις να μειώσουν τις δαπάνες τους για να μην πνιγούν από τα χρέη, ενώ οι κεντρικές τράπεζες αύξησαν τα επιτόκια – με εύλογο αποτέλεσμα έναν υψηλό ρυθμό πληθωρισμού (άνω του 20%) σε μία στάσιμη οικονομία.
Χωρίς περιττές λεπτομέρειες, διερράγη τότε το «κοινωνικό συμβόλαιο» μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, σύμφωνα με το οποίο οι μισθοί ήταν συνδεδεμένοι με την παραγωγικότητα – ενώ ταυτόχρονα ξεκίνησε η απορρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος (=απελευθέρωση των τραπεζών), καθώς επίσης η παγκοσμιοποίηση, όπου οι εργαζόμενοι εκτέθηκαν σε έναν διεθνή ανταγωνισμό χωρίς δίχτυ ασφαλείας. Έτσι επανήλθε το ανελέητο καπιταλιστικό σύστημα της προπολεμικής εποχής – ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός, όπου οι θέσεις απασχόλησης δεν αποτελούσαν πια προτεραιότητα, ενώ οι εργαζόμενοι ηττήθηκαν κατά κράτος.
Σύμφωνα δε με ορισμένους οικονομολόγους (Mitchell), υπήρξε μία μετάβαση από την πολιτική της πλήρους απασχόλησης, σε μία πολιτική της ικανότητας απασχόλησης – με την έννοια πως για την ανεργία και τη μερική απασχόληση ή για τους χαμηλούς μισθούς δεν ήταν πλέον «ένοχος» ο καπιταλισμός, αλλά τα ελλιπή ή ανεπαρκή προσόντα των εργαζομένων.
Κάτι ανάλογο ισχύει έκτοτε για τα διάφορα κράτη, όπου ένοχος των δεινών τους θεωρείται η μειωμένη ανταγωνιστικότητα τους – ενώ δεν δίνεται καμία σημασία στις διαφορετικές οικονομικές κουλτούρες μεταξύ των χωρών, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου η Γερμανία θέλει να της επιβάλλει τη δική της οικονομική κουλτούρα.
Ειδικότερα, η Ελλάδα έχει γνώσεις και ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα στη γεωργία, στον τουρισμό και στις μεταφορές – κυρίως στη ναυτιλία. Ενδεχομένως επίσης στον τομέα της ενέργειας, εάν κανείς συμπεριλάβει τις ανανεώσιμες πηγές, όπως είναι η αιολική και η ηλιακή ενέργεια. Ως εκ τούτου η ανάπτυξη της θα έπρεπε να στηριχθεί σε αυτά ακριβώς – καθώς επίσης στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όπου έχει μεγάλη παράδοση.
Για παράδειγμα, δεν θα έπρεπε να προωθηθεί η βιομηχανοποιημένη γεωργία, αλλά η μικρής κλίμακας ποιοτική – ούτε ο μαζικός τουρισμός, αλλά ο ποιοτικός όπως αυτός της Ελβετίας. Εν τούτοις, η Τρόικα ποτέ δεν προσπάθησε να κατανοήσει την ελληνική οικονομική κουλτούρα, ενώ ο κ. Σόιμπλε ήθελε μεταξύ άλλων (ανάλυση) να μετατρέψει την Ελλάδα σε μία μικρή Γερμανία – κάτι που φυσικά είναι αδύνατον να επιτευχθεί.
Σε κάθε περίπτωση, η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας θα επιδεινωθεί, τόσο από τα προβλήματα που προκαλεί η κλιματική αλλαγή στον πρωτογενή τομέα (για παράδειγμα, οι ακραίες καιρικές συνθήκες έχουν μειώσει την παραγωγή λαδιού στη Ιταλία κατά 57%, ενώ προβλέπεται πως το επόμενο έτος θα μειωθεί στην Πορτογαλία κατά 20% και στην Ελλάδα κατά 42%), όσο και από τον ανταγωνισμό της Τουρκίας λόγω της πτώσης της ισοτιμίας του νομίσματος της στη γεωργία και στον τουρισμό – όπου το ενδεχόμενο BREXIT θα έχει επί πλέον συνέπειες στον ελληνικό τουρισμό.
Εάν δε όλα τα παραπάνω συνδυαστούν με την προβλεπόμενη παγκόσμια ύφεση, τότε η Ελλάδα θα βιώσει πρωτόγνωρες καταστάσεις – οι οποίες θα είναι κατά πολύ χειρότερες από αυτές του 2010, αφού τότε η Ελλάδα είχε τα μέσα για να ανταπεξέλθει εάν δεν οδηγούνταν στην παγίδα του ΔΝΤ από την κυβέρνηση της, ενώ σήμερα είναι εντελώς ανοχύρωτη.
Επίλογος
Δυστυχώς το σύστημα της μεικτής οικονομίας και η σοσιαλδημοκρατία έχουν υποχωρήσει πλέον σε ολόκληρη τη Δύση – πολύ περισσότερο στην Ελλάδα, στην οποία ουσιαστικά ο σοσιαλισμός κατέρρευσε μετά την «προδοσία» του 2010, ενώ ο χώρος έχει κατακερματισθεί και λεηλατηθεί από τη σημερινή κυβέρνηση.
Τα κόμματα δε που τον συναποτελούν έχουν χάσει εντελώς τον προσανατολισμό τους – οπότε εύλογα αναφέρεται κανείς σε μία «κεντροαριστερή τραγωδία», χωρίς καμία κατεύθυνση και χωρίς πυξίδα.
Εν τούτοις, φαίνεται επίσης πως ο ακραίος φιλελευθερισμός διανύει τα τελευταία του στάδια, έχοντας φτάσει τα παγκόσμια χρέη στα ύψη, ενώ έχουν δημιουργηθεί δεκάδες φούσκες στον πλανήτη – οπότε δεν θα καθυστερήσει πολύ ακόμη η παταγώδης κατάρρευση του.
Το θέμα λοιπόν στην εποχή της αλλαγής παραδείγματος που βιώνουμε είναι από ποιό σύστημα θα αντικατασταθούν τα δύο προηγούμενα, καθώς επίσης τι θα μεσολαβήσει, αφού δεν προβλέπεται ένα νέο «New Deal» – ενώ οι κοινωνικές αναταραχές και οι μαζικές εξεγέρσεις είναι προ των πυλών σε πολλά κράτη, πριν από όλα στη Γαλλία των κίτρινων γιλέκων, αλλά και στην Ιταλία που έχει ήδη βυθιστεί στην ύφεση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου