διακλαδούνται εις κάθε γωνία του εγκέφαλου μας, εφ’ όσον ανετράφημεν με αυτάς, όπως συνέβη με τους περισσότερους μας’. John Meynard Keynes
Ο προϋπολογισμός είναι ένα εργαλείο στα χέρια μιας Κυβέρνησης για να επηρεάσει την παραγωγή και την απασχόληση μέσω των κρατικών δαπανών και των φόρων. Η πολιτική αυτή ονομάζεται ‘λειτουργική χρηματοδότηση’ και αποσκοπεί, όπως σημείωσε ο μεγάλος κεϋνσιανός οικονομολόγος A.P. Lerner, ‘στο να διατηρεί σε υψηλά ποσοστά τις δαπάνες στα προϊόντα που η χώρα παράγει έτσι ώστε όλη η δυνατή παραγωγή να μπορεί να αγοραστεί’.
Η βασική ιδέα που στηρίζει την κυβερνητική λειτουργική χρηματοδότηση της οικονομίας είναι ότι σε περίπτωση που η ιδιωτική δαπάνη πέφτει κάτω από το επίπεδο στήριξης της πλήρους απασχόλησης τότε το κράτος αυτόνομα δρα στην οικονομία με στόχο την ανάπτυξη και την πλήρη απασχόληση.
Τα παραπάνω προϋποθέτουν ότι το μέγεθος του ελλείμματος ή του πλεονάσματος του προϋπολογισμού δεν είναι στόχος προτεραιότητας αλλά προτεραιότητα αποτελεί η προοπτική της οικονομίας και η πλήρης απασχόληση. Ο κόσμος να έχει δουλειά.
Οι παραπάνω ιδέες λείπουν από το σχέδιο προϋπολογισμού που κατατέθηκε στην Βουλή πριν λίγες μέρες και οποιεσδήποτε αλλαγές επέλθουν δεν θα αφορούν στην φιλοσοφία που ο προϋπολογισμός στηρίζεται.
Η φιλοσοφία αυτού του προϋπολογισμού, γνήσιο παράγωγο της φιλελεύθερης οικονομικής σκέψης, είναι η εξής. Εξισώνοντας τις ελάχιστες δαπάνες του κράτους με την φορολογία, βγάζουμε το κράτος από την μέση, να παίζει οποιοδήποτε ρόλο στην οικονομία και έτσι ο ιδιωτικός τομέας αναλαμβάνει από τα περισσεύματά του, όποτε και όταν γεννηθούν και αν γεννηθούν, να χρηματοδοτεί και τις επενδύσεις και το ισοζύγιο πληρωμών.
Ο προϋπολογισμός του 2014 λοιπόν, είναι προϋπολογισμός σαν αυτούς του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου, που θα μπορούσε να φέρει στη Βουλή ο καγκελάριος της Γερμανίας Μπρούνινγκ το 1930 ή ο Πρόεδρος Χούβερ την ίδια εποχή στην Αμερική ή κάποια άλλη Κυβέρνηση του μεσοπολέμου. Φιλοσοφία και πρακτική: Ισοσκελισμένος προϋπολογισμός, ελάχιστο κράτος, ελάχιστα μεροκάματα, λιτότης, με τα
γνωστά αποτελέσματα, διαρκή ύφεση, ανεργία, δικτατορίες, ανισότης, πόλεμος.
Κατά συνέπεια η χώρα θα παραμείνει σε βαθειά ύφεση, η ανεργία θα αυξάνεται, και τα μπράβο που θα παίρνει η Κυβέρνηση από τους εταίρους μας θα είναι ότι στον ισοσκελισμένο προϋπολογισμό θα μπορεί να αναγράφεται ένα ποσό 10 δις ευρώ ας πούμε, που θα προορίζεται για την εξόφληση των τοκοχρεολυσίων για όλο τον αιώνα.
Ως προς την ανάπτυξη και την ανεργία αυτά ως θέματα έχουν ανατεθεί στον αυτόματο πιλότο του νευτώνειου σχήματος της ΕΕ.
Δυστυχώς για την χώρα μας τόσο η λαϊκή δεξιά όσο και η ποικίλη αριστερά δεν έχουν κάτι να πουν, πέραν των προγραμματικών συμμαχιών επί δεδομένης πολιτικής, που εκφράζει επίσημα και ανεπιφύλακτα ο προϋπολογισμός. Ντροπής πράγματα, τέτοια κυνική παθητικότητα για την κατάληψη της εξουσίας.
Το ερώτημα που εγείρεται είναι αν θα μπορούσε κάτι άλλο να γίνει μέσα στην ΕΕ. Η απάντηση είναι ναι. Αν επί παραδείγματι υπήρχε ένας μηχανισμός ανακύκλησης των περισσευμάτων πλουσίων χωρών προς τις ελλειμματικές χώρες με μορφή επενδύσεων και όχι δανείων. Αν η ΕΚΤ θα μπορούσε να τυπώνει χρήμα και όχι να κυνηγάει τον πληθωρισμό όταν έχουμε ύφεση και ανεργία που συνιστά ύψιστο παραλογισμό. Αν η ΕΕ αποκτούσε κοινό προϋπολογισμό για όλες τις χώρες μέλη και ένα πρόγραμμα επενδύσεων για όλη την Ευρώπη και για κάθε μέλος της ξεχωριστά. Όλα αυτά όμως σημαίνουν μια άλλη Ένωση που κάποτε ίσως γίνει. Έως τότε όμως θα είμαστε όλοι νεκροί. Μένοντας έτσι η ΕΕ θα παραμείνει μέγας ασθενής και εμείς ασθενέστεροι.
Κατά συνέπεια θα πρέπει εμείς σαν Λαός να δούμε το μέλλον μας γιατί κανείς απ’ έξω δεν θα μας σώσει. Την λύση του Νέου Εθνικού Νομίσματος θα πρέπει να την δούμε σοβαρά.
Αν διακατεχόμαστε από τον φόβο ότι θα χάσουμε κάποιες οικονομίες που έχουμε σε ευρώ, αυτό είναι σίγουρο ότι θα γίνει ούτως ή άλλως. Ήδη έχουμε χάσει εκατομμύρια ευρώ από την υποτίμηση της αξίας των ακινήτων μας και της γης, τίποτα δεν πωλείτε, τα μετρητά μας μειώνονται κάθε μέρα, αφού μισθοί και ημερομίσθια διαρκώς μειώνονται καθώς και η ανεργία αυξάνεται. Όλοι γνωρίζουμε πως τα έτοιμα γρήγορα τρώγονται.
Αφού είναι ξεκάθαρο, ότι με το ευρώ ούτε ανάπτυξη θα έχουμε ούτε μείωση της ανεργίας, άλλωστε και οι θιασώτες του μνημονίου ποτέ δεν ισχυρίζονται κάτι τέτοιο ότι θα επισυμβεί άμεσα αλλά και ούτε δεσμεύονται για το μέλλον, ποιοι είναι οι φόβοι μας; Ας δούμε λοιπόν με ψυχραιμία τα πράγματα.
Κατ’ αρχήν αν δημιουργήσουμε Νέο Εθνικό Νόμισμα, η κυβέρνηση αποκτά αυτόματα πέντε όπλα για να παλέψει για την ανάπτυξη. Θα έχει στα χέρια της την νομισματική πολιτική, την συναλλαγματική πολιτική,
την εμπορική πολιτική, την δημοσιονομική πολιτική και την εισοδηματική πολιτική. Από αυτές σήμερα ασκεί μια, την εισοδηματική πολιτική, και αυτή προς τα κάτω για να προστατεύει την παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας. Όλες οι άλλες έχουν εκχωρηθεί είτε στην ΕΚΤ είτε στις Βρυξέλλες.
Ακόμα πρέπει να τονιστεί το εξής. Όταν τα ελλείμματα εκφράζονται σε εθνικό νόμισμα τότε δεν θα υπάρχει φόβος, ότι το βάρος των χρεών για μια αναπτυξιακή πολιτική θα βαρύνει τις μέλλουσες γενεές.
Η άσκηση λοιπόν επεκτατικής δημοσιονομικής πολίτικης (ελλειμματικός προϋπολογισμός, αυξημένες δαπάνες) αναμφίβολα θα αυξήσει την εγχώρια παραγωγή αλλά από την άλλη αργά ή γρήγορα αυτό θα δημιουργήσει ελλείμματα στο ισοζύγιο πληρωμών. Κατά συνέπεια η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική δεν αποτελεί μονόδρομο αν δεν συνοδευτεί και με άλλα μέτρα.
Η συνεχής υποτίμηση του νομίσματος, με σκοπό τον έλεγχο του ισοζυγίου πληρωμών, ίσως αποδεδειχθεί μάταιη πέραν ενός σημείου. Αφού η αρχική υποτίμηση θα έχει συμβάλει και αυτή στην αύξηση της παραγωγής, του εισοδήματος και της απασχόλησης, ίσως προκαλέσει αύξηση των εισαγωγών που μπορεί να ξεπεράσει και την αύξηση των εξαγωγών ως αποτέλεσμα της υποτίμησης του νομίσματος.
Κατά συνέπεια απαιτείται σχετικός έλεγχος των εισαγωγών και επιλεκτικός έλεγχος σε ορισμένους τομείς έτσι ώστε να μην παρουσιαστούν στην παραγωγή βιομηχανικών και αγροτικών προϊόντων ανεπάρκειες.
Η πολιτική αυτή του ελέγχου των εισαγωγών και της επεκτατικής δημοσιονομικής πολίτικης επιτυγχάνει τρεις στόχους. Την ισορροπία στο ισοζύγιο πληρωμών, την αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης και την αύξηση του εμπορίου.
Με την παρούσα πολιτική κανείς από τους στόχους αυτούς δεν επιτυγχάνεται. Και το εμπόριο μειώνεται και η απασχόληση μειώνεται και το εισόδημα μειώνεται.
Η παραπάνω θέση έχει δεχτεί την σκληρή επίθεση και την κριτική από οικονομολόγους. Ισχυρίζονται ότι άλλα κράτη θα επιβάλουν αντίποινα, με αποτέλεσμα μικρότερο όγκο εμπορίου, ότι οι τιμές των εισαγομένων θα αυξηθούν υπέρμετρα λόγω της υποτίμησης, οι καταναλωτές λόγω της μείωσης του εμπορίου θα αυξήσουν την ζήτηση τους είτε σε πολυτελή είδη είτε σε χαμηλότερης ποιότητας αγαθά και οι παραγωγοί θα αγοράζουν χαμηλότερης ποιότητας πρώτες ύλες. Αυτό οδηγεί στο επιχείρημα ότι μειώνεται το πραγματικό εισόδημα των καταναλωτών, και ότι, λόγω της μείωσης του εμπορίου, θα μικρύνει η αγορά των επιχειρηματιών
Φυσικά οι παραπάνω ενδοιασμοί έχουν απαντηθεί και στην πράξη και στη θεωρία και απεδείχθη ότι η βάση των ισχυρισμών τους ήταν λίαν ασθενής. Κάνεις από τους παραπάνω ισχυρισμούς δεν ισχύει.1
Αλλά καμία από τις παραπάνω πολιτικές δεν είναι από μόνη της ικανή επιφέρει τελεσίδικα αποτελέσματα στην αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης.
Ένα πρόγραμμα επενδύσεων θα πρέπει να καταρτιστεί και να προωθηθεί με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα τόσο από το κράτος όσο και από τον ιδιωτικό τομέα και τους εργαζόμενους στο πλαίσιο μιας ευνομούμενης πολιτείας που ο καθένας πρώτα θα υποχρεούται και μετά θα δικαιούται.
Ουσιαστικά δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα εκτός της ευρωζώνης. Μάλλον το αντίθετο πρέπει να δούμε ως φόβο και να μας ξυπνήσει. Το τι μας περιμένει αν μείνουμε στο ευρώ. Πόσο πια πρέπει να μας δείχνουν τα δόντια τους οι Γερμανοί, το ΔΝΤ, η ΕΕ για να ξυπνήσουμε.
Πόση ακόμα ανεργία, πόσα σπίτια στις τράπεζες, πόση ακόμα αναξιοπρεπή ζωή; spyridonstalias@hotmail.com
23-11-2013
Σπύρος Στάλιας, Οικονομολόγος Ph.D
πρ. Διευθύνων Σύμβουλος του ΟΛΠ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου