Η Ουάσιγκτον προσπαθεί να αποτρέψει την κλιμάκωση στην Αίγυπτο και αναζητά τον δρόμο προς μια συμβιβαστική λύση, ή στη χειρότερη περίπτωση επιθυμεί να αρχίσει μια διαβούλευση, η οποία, αν μη τι άλλο, θα αποτρέπει περαιτέρω επιδείνωση.
Όλα τα παραπάνω σε ένα κλίμα που και οι δύο πλευρές -η Μουσουλμανική Αδελφότητα και ο στρατός και οι υποστηρικτές του- κατηγορούν τις ΗΠΑ ότι στήριξε ή ότι στηρίζει ακόμη την αντίπαλη πλευρά.
Το σύνδρομο της σύγχυσης και αμφιθυμίας απέναντι στις εσωτερικές εξελίξεις σε μια χώρα που καταγράφεται ως σημαντικό έρεισμα των αμερικανικών περιφερειακών συμφερόντων είναι παλιό και έχει απαθανατισθεί δύο φορές σε δύο γνωστά κινηματογραφικά έργα:
Στο φιλμ "Μπανάνες", ο Γούντι Αλεν εκπαιδευόμενος πράκτορας της CIA λίγο πριν πέσει με αλεξίπτωτο σε κάποια χώρα της Λατινικής Αμερικής ρωτά τον επικεφαλής: «Με ποιους είμαστε; Με την κυβέρνηση ή με τους αντάρτες;», για να πάρει την απάντηση «και με τους δύο, δεν το διακινδυνεύουμε».
Στον «Ήσυχο Αμερικανό» φωτίζεται η προσπάθεια των ΗΠΑ στη διάρκεια του πολέμου Βιετκόνγκ-Γαλλικής Αποικιακής Διοίκησης να δημιουργήσουν μια τρίτη δύναμη.
Απέναντι στις εξελίξεις, στην Αίγυπτο, η αμερικανική πολιτική μάς έδωσε μέσα σε δύο χρόνια μια επανάληψη συμπεριφορών που είχαν καταγραφεί σε άλλες ανατροπές στην περιοχή:
Εγκατάλειψη του Μουμπάρακ την τελευταία στιγμή, με τον ίδιο τρόπο που εγκαταλείφθηκε ο Σάχης στα τέλη του 1978.
Υπέρμετρη αισιοδοξία και εμπιστοσύνη στον Μόρσι και τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο η Ουάσιγκτον αρχικά στήριξε τον Νάσερ μετά το 1952.
Προκλητική στήριξη αν όχι πλήρης κάλυψη της ανατροπής του Μόρσι από τις μαζικές διαδηλώσεις στην πλατεία Ταχρίρ μέχρι την πραξικοπηματική παρέμβαση του Στρατού.
Από τότε μέχρι και σήμερα η Ουάσιγκτον βλέπει ότι οι εξελίξεις είναι εκτός ελέγχου και προσπαθεί να μεσολαβήσει καθυστερημένα στη σκιά μιας ατμόσφαιρας εμφυλίου πολέμου.
Δίχως αμφιβολία το ευτυχέστερο για τα αμερικανικά συμφέροντα σενάριο θα ήταν να είχε αποδεχθεί ο Μόρσι το τελεσίγραφο της στρατιωτικής ηγεσίας και να είχε σχηματίσει κυβέρνηση εθνικής ενότητας, να γίνει δηλαδή συνένοχος της πολιτικής ακύρωσής του.
Η Ουάσιγκτον δεν θέλει μετωπική σύγκρουση τύπου Αλγερίας με το Πολιτικό Ισλάμ στον Αραβομουσουλμανικό Κόσμο. Αυτό που επιθυμεί είναι να αποτρέψει μια παντοδύναμη και θεσμικά ανεξέλεγκτη διακυβέρνηση τόσο από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο, όσο και από τον Ερντογάν και το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ στην Τουρκία.
Η κατάσταση στην Αίγυπτο έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο και έχει πάρει τη δυναμική αιματηρής εμφύλιας σύγκρουσης.
Στην Τουρκία παραμένει ζητούμενο αν μετά την πρόσφατη εξέγερση που συγκλόνισε τη χώρα, στις αρχές Ιουνίου, ο Ερντογάν θα επιμείνει και θα πετύχει πρώτον να θεσπίσει μια υπερενισχυμένη Προεδρία γαλλικού τύπου και δεύτερον να εκλεγεί με καθολική ψηφοφορία στο ύπατο αξίωμα. Είναι φανερό ότι η Ουάσιγκτον δεν θέλει σε καμιά περίπτωση την υλοποίηση του παραπάνω σεναρίου που θα καθιστούσε τον πρωθυπουργό της Τουρκίας πιο ισχυρό και θα τον έθετε στο απυρόβλητο της φθοράς από την παρατεταμένη κυβερνητική διαχείριση.
Με τη σύγχυση και την αμφιθυμία της Ουάσιγκτον τροφοδοτείται αντιαμερικανισμός σε όλες τις πλευρές: Στον Ερντογάν που μιλά για συνωμοσίες ξένων κέντρων αλλά και στο Κεμαλικό Κατεστημένο-Βαθύ Κράτος που θεωρεί ότι αντιμετωπίσθηκε από τις ΗΠΑ όπως ο Σάχης το 1978 και ο Μουμπάρακ το 2011.
Περιορισμός ισχύος
Η Ουάσιγκτον δεν θέλει μετωπική σύγκρουση τύπου Αλγερίας με το Πολιτικό Ισλάμ στον Αραβομουσουλμανικό Κόσμο. Αυτό που επιθυμεί είναι να αποτρέψει μια παντοδύναμη και θεσμικά ανεξέλεγκτη διακυβέρνηση τόσο από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο, όσο και από τον Ερντογάν και το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ στην Τουρκία.
Πηγή: Ημερησία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου